Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

ΙΖΑΜΠΕΛ ΑΛΙΕΝΤΕ ΕΥΑ ΛΟΥΝΑ







 Ιζαμπέλ Αλιέντε Εύα Λούνα 
μετάφραση: Κλαίτη Μπαραχασ, εκδόσεισ: Ωκεανίδα (47η χιλιάδα)

«… πειραματιζόταν χτυπώντας στο κεφάλι τους ηλίθιους εκ γενετής, ή εκ κλίσεως, γιατί είχε διαβάσει στην Caceta del Galeno πως εξαιτίας ενός εγκεφαλικού τραυματισμού ένα άτομο είχε μεταβληθεί σε ιδιοφυΐα. Ήταν αποφασισμένος αντισοσιαλιστής. Είχε υπολογίσει πως αν τα πλούτη του κόσμου μοιράζονταν ίσα στους κατοίκους του πλανήτη, θα αναλογούσαν στον καθένα λιγότερο από τριάντα πέντε σεντάβος, γι’ αυτό κι οι επαναστάσεις ήταν άχρηστες.» (σελ: 19)

«Ωστόσο, στο τέλος της ζωής της βρήκε μια εξήγηση γι’ αυτήν την αρχαία αγωνία της ανθρωπότητας να θέλει να διατηρεί τους πεθαμένους της, γιατί ανακάλυψε πως όταν έχει κανείς κοντά του τα σώματά τους, είναι πιο εύκολο να τους θυμάται.» (σελ: 21)

«Οι λέξεις είναι δωρεάν, έλεγε και τις οικειοποιούταν, όλες οι λέξεις ήταν δικές της. Εκείνη φύτεψε στο μυαλό μου την ιδέα πως η πραγματικότητα δεν είναι μόνο αυτό που συλλαμβάνουμε στην επιφάνεια, αλλά έχει ακόμα μια μαγική διάσταση κι αν κανείς έχει όρεξη, είναι νόμιμο να τη μεγαλοποιήσει και να τη χρωματίσει, ώστε το πέρασμά μας από αυτή τη ζωή να μην είναι τόσο ανιαρό.» (σελ: 34)

« “Δεν υπάρχει θάνατος, παιδί μου. Οι άνθρωποι πεθαίνουν μόνο όταν τους ξεχνάνε”, μου εξήγησε η μητέρα μου λίγο πριν φύγει. “Αν μπορείς να με θυμάσαι, θα είμαι πάντα μαζί σου”.» (σελ: 58)

«Εκείνα τα χρόνια η πόλη δεν ήταν η ανεπανόρθωτη καταστροφή που είναι τώρα, αλλά μεγάλωνε ήδη ανώμαλα, σαν κακοήθης όγκος, θύμα μιας παρανοϊκής αρχιτεκτονικής, ανακάτωμα όλων των ρυθμών: παλατάκια από ιταλικά μάρμαρα, φάρμες του Τέξας, αρχοντικά σε ρυθμό Τυδώρ, ουρανοξύστες από ατσάλι, κατοικίες με σχήμα πλοίου, μαυσωλείου, γιαπωνέζικου τεϊοποτείου, σαλέ των Άλπεων και γαμήλιες τούρτες πασπαλισμένες με γύψο. Δεν ήξερα που να πρωτοκοιτάξω.» (σελ: 78-79)

« “Πρέπει ν’ αντιστέκεσαι όταν σε πολεμάνε. Τα λυσσασμένα σκυλιά κανένας δεν τολμάει να τα πειράξει, ενώ τα ήμερα τα κλωτσάνε. Πρέπει πάντα ν’ αγωνίζεσαι.» (σελ: 88)

«Η Ελβίρα με είχε προειδοποιήσει με αναμφισβήτητη καθαρότητα πως οι άντρες έχουν ανάμεσα στα πόδια τους ένα τέρας, τόσο άσχημο σαν τη ρίζα του γιούκα, από όπου βγαίνουν τα μωρά σε μινιατούρα, μπαίνουν στην κοιλιά των γυναικών κι εκεί μεγαλώνουν. Δεν έπρεπε ν’ αγγίξω κείνα τα μέρη για κανένα λόγο, γιατί το κοιμισμένο ζώο θα σήκωνε το φοβερό κεφάκι του, θα πηδούσε πάνω μου και το αποτέλεσμα θα ήταν καταστροφικό. Όμως εγώ δεν την πίστευα, όλα αυτά ακούγονταν σαν άλλος ένας από τους εκκεντρικούς παραλογισμούς της. Το αφεντικό είχε μόνο ένα χοντρό και θλιβερό σκουλήκι, πάντα μαραμένο, απ’ όπου ποτέ δεν βγήκε τίποτα που να μοιάζει με μωρό, τουλάχιστον μπροστά μου. Έμοιαζε με τη χοντρή του μύτη και τότε ανακάλυψα –κι επιβεβαίωσα αργότερα στη ζωή μου- τη στενή σχέση ανάμεσα στο πέος και τη μύτη. Μου είναι αρκετό να παρατηρήσω το πρόσωπο ενός άντρα και να καταλάβω πως θα είναι γυμνός. Μύτες μακριές ή κοντές, λεπτές ή χοντρές, περήφανες ή ταπεινές, μύτες που ρουθουνίζουν, που χώνονται παντού, ή αδιάφορες, που κάνουν μόνο για τις φυσάει κανείς, μύτες όλων των ειδών. Με το πέρασμα της ηλικίας σχεδόν όλες χοντραίνουν, γίνονται πλαδαρές, στρογγυλεύουν και χάνουν την αλαζονεία που έχει ένα καλοφτιαγμένο πέος.» (σελ: 90)

«…, αλλά πως η ζωή ήταν σκληρή κι ήταν καλύτερα να προστατευθεί κανείς με μια πανοπλία, αν ήθελε να επιζήσει.» (σελ: 114)

«Επιπλέον πάντα καταλήγεις ν’ αγαπήσεις τον άντρα σου, αν το θελήσεις είναι νόμος του Αλλάχ δύο άνθρωποι να κοιμούνται μαζί και φέρνουν παιδιά στον κόσμο να καταλήγουν να εκτιμούν ο ένας τον άλλο, είπε.» (σελ: 178)

«Ο θρίαμβος της Κουβανικής επανάστασης έκανε να ξεσπάσει μια πυρκαγιά από ψευδαισθήσεις σε όλη την ήπειρο. Εκεί πέρα υπήρχαν άνθρωποι που άλλαζαν την τάξη της ζωής και οι φωνές τους έφταναν μέσα από τα κύματα σκορπώντας θαυμαστές κουβέντες. Εδώ κάτω τριγυρνούσε ο Τσε μ’ ένα αστέρι στο μέτωπο, έτοιμος να πολεμήσει σε οποιαδήποτε γωνιά της Αμερικής. Οι νεαροί άφηναν να μεγαλώνουν τα γένια τους και μάθαιναν απέξω τις θεωρίες του Καρλ Μαρξ και τα λόγια του Φιδέλ Κάστρο. Αν δεν υπάρχουν οι συνθήκες για την επανάσταση, ο πραγματικός επαναστάτης πρέπει να τις δημιουργήσει, ήταν γραμμένο με ανεξίτηλη μπογιά στους τοίχους των Πανεπιστημίου. Μερικοί, σίγουροι πως ο λαός ποτέ δεν θ’ αποκτούσε την εξουσία χωρίς βία, αποφάσισαν πως είχε φτάσει η στιγμή να πάρουν τα όπλα. Άρχισε το κίνημα των παρτιζάνων.» (σελ: 216-217)

« “Ο άντρας και η γυναίκα, δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα τους από αυτή την άποψη, είναι πρότυπα του σύμπαντος σε μικρότερη κλίμακα, γι’ αυτό όσα συμβαίνουν στον αστρικό τομέα συνοδεύονται από εκδηλώσεις στον ανθρώπινο τομέα κι ο κάθε άνθρωπος δοκιμάζει μια σχέση με την καθορισμένη πλανητική τάξη σύμφωνα με τη βασική θέση των πλανητών που σχετίζεται με τον εαυτό του από τη μέρα που πήρε την πρώτη του ανάσα, καταλαβαίνεις;”» (σελ: 259)

«Μ’ έκανε πέρα με σταθερότητα και κοιτάζοντάς με στα μάτια μου εξήγησε πως τη βία την ασκούσε η κυβέρνηση, δεν ήταν μορφές βίας η ανεργία, η φτώχεια, η διαφθορά, η κοινωνική αδικία; Το κράτος ασκούσε πολλά είδη εκμετάλλευσης και καταπίεσης, εκείνοι οι αστυνομικοί ήταν οπαδοί του καθεστώτος, υπεράσπιζαν τα συμφέροντα των ταξικών εχθρών τους και η εκτέλεσή τους ήταν νόμιμη πράξη ο λαός αγωνιζόταν για την απελευθέρωσή του.» (σελ: 278)

« “…Ο ρόλος μας δεν είναι ν’ αλλάξουμε την κατεύθυνση της ιστορίας, αλλά απλώς να καταγράφουμε τα γεγονότα”.» (σελ: 281)

« “Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε και οι γκρίνγκος δεν θα επιτρέψουν καινούργιες επαναστάσεις. Στην Κούβα οι περιστάσεις ήταν διαφορετικές, εκεί αγωνίζονταν εναντίον μιας δικτατορίας κι είχαν τη λαϊκή υποστήριξη. Εδώ υπάρχει μια δημοκρατία όλο ελαττώματα, αλλά ο λαός είναι περήφανος γι’ αυτήν. Οι αντάρτες δεν μπορούν να βασίζονται στη συμπάθεια του κόσμου και, εκτός από λίγες εξαιρέσεις, μπόρεσαν να στρατολογήσουν μόνο φοιτητές από τα πανεπιστήμια”.
Τι νομίζεις γι’ αυτούς;
Είναι ιδεαλιστές και γενναίοι”.» (σελ: 289-290)