Γιάννης Ευσταθιάδης Δωμάτιο παντού διηγήματα εκδόσεις Μελάνι
Βλέποντας το φως να διαθλάται, πράσινο, μέσα στο ακίνητο
νερό που μόνο κάποιες φυσαλίδες οξυγόνου το ανατάραζαν στις άκρες, αισθάνθηκε μ`
έναν κόμπο στο λαιμό όλη την ακατέργαστη ωρολογιακή μοναξιά των μελλοθανάτων [σελ.12]
Ενυδρείο
Παλιά κάπνιζε, αλλά εδώ και χρόνια το έχει κόψει,
προστατεύοντας όχι τόσο την υγεία της
-πιστεύει-, όσο τη φωνή της. [σελ.13]
Βιογραφικό
Η μουσική μου είναι πάντα ένα παχύ, υφασμένο από νότες
χαλί που πάνω του πατάνε σιγανές ομιλίες, εξομολογήσεις, σημαντικές αποκαλύψεις
και μικρά ή μεγάλα πάθη. [σελ.
20]
Κάποια βράδια –καθημερινές, συνήθως-, όταν και οι
τελευταίοι θαμώνες αποχωρήσουν νωρίς και διαλυθούν οι πυκνοί καπνοί, χαμηλώνω
τα φώτα και ξανακάθομαι στο πιάνο. [σελ.23]
«Deep is the ocean»
Μετά την τελευταία μπουκιά, παίρνει ένα μεγάλο κομμάτι
ψωμί και μαζεύει τις σταγόνες με το αίμα που έχουν μείνει στο άδειο πιάτο. [σελ.41]
Γυναίκα και
περιστέρι
Καθώς τη στριφογύριζε με απόλαυση, και τα κίτρινα
από τον καπνό δόντια του, ετοιμοπόλεμα, ξεκίνησαν τη μεθοδική τους εργασία, η
ευέλικτη γλώσσα και ο στοχαστικός ουρανίσκος άρχισαν να ξεχωρίζουν κατά στρώματα
τις επιμέρους γεύσεις και τα υλικά.[σελ.43]
[…]ένα μικρό κομμάτι παγωμένης σελήνης, όπως αυτή
που θρέφει τα χειμωνιάτικά βράδια των κοιμητηρίων. [σελ. 46]
Υλικά
Κι όμως εγώ έχω γεμίσει τη ζωή μου με υποκατάστατα,
μόνο και μόνο για να είσαι ευχαριστημένος! Ξέρεις τι θα πει «υποκατάστατο»; [σελ.48]
Ποιος φοβάται
τη βασιλόπιτα;
Πηγαίνεις να φας μόνος. [σελ.55]
Μη πτοηθείς. [σελ.55]
Ανάλυσε. Παρατήρησε. Στοχάσου. [σελ.56]
Άπλωσε κι ακούμπησε το χέρι τους[με πρόσχημα ότι θέλεις
την παρακείμενη αλατιέρα]. Απρόσεκτα χύσε μια σταγόνα κόκκινο κρασί –σπονδή στο
ιδεώδες τετελεσμένο. [σελ.59]
Ένα κουβέρ
Σήκωσε το χέρι και σημάδεψε. […] Μέσα στην κλούβα,
σκεφτόταν πώς να εξηγήσει το απονενοημένο διάβημα. [σελ.63]
Συνταγή
ζαχαροπλαστικής
Το βαλιτσάκι μου… Χαμογελώ κάθε φορά που το σκέπτομαι,
γιατί αν [λέω αν, μολονότι είμαι επιμελέστατος] καμιά φορά το λησμονήσω κάπου,
αυτοί που θα το βρουν, θ` αναρωτιούνται ποιο είναι το επάγγελμά μου.[σελ.67]
Κάνω όλο και πιο συχνά αναδρομές στο παρελθόν μου,
πράγμα που σημαίνει, ίσως, πως μεγάλωσα, κι όλο και πιο συχνά δε βολεύομαι πια
με εξηγήσεις που ως χθες ηχούσαν στ` αφτιά μου καθησυχαστικές. [σελ.73]
Σταματώ για λίγο και κοιτάζω τον ουρανό. [σελ.75]
Η φωτογράφιση
Α, πως θα `θελε να ξεφύλλιζε το παρελθόν της μέσα
από «σκονάκια» που αποστήθιζε στη διάρκεια της πολύχρονης μαθητείας στη ρουτίνα!
[σελ.81]
Ψώνια
Σκατοδουλειά
θα πεις, αλλά εκείνος αγόγγυστα την εκτελούσε, λες και ήταν εξοικειωμένος πιο
πολύ με το θάνατο παρά με τη ζωή… [σελ.112]
[…]
φρόντιζε –έναντι πενιχρού, υποθέτω, φιλοδωρήματος- την αποκομιδή κάποιων νεκρών
και έπλενε, ως είθισται, τα οστά τους με κόκκινο κρασί. [σελ.114]
Φρέσκα του θανάτου[1]
[…]έστελναν
τον τελευταίο τους χαιρετισμό με όλη την επισημότητα που ταιριάζει όταν νεκρός
χαιρετάει νεκρό.[σελ.117]
Requiem
Η
λέξη του ξεγλιστρούσε, σαν να `παιζε ένα αδυσώπητο κρυφτό. [σελ. 121]
Ο
μορφασμός αυτός, αναπάντεχα πολλαπλασιασμένος σε φανταστικά κάτοπτρα, μετακύλισε
τη γεύση του πικρού καφές σε παρελθόντα χρόνο. [σελ.127]
[…]
(θαρρείς και η νέα μνήμη του λειτουργούσε σαν απουσιολόγος του παρελθόντος)[…] [σελ. 130]
«Νυκτανθές
το πένθιμον – Nyctanthes arbortristis» ψιθύρισε με ακαριαία αντίδραση.
[σελ.136]
Δωμάτιο
παντού
[1] Ο τίτλος, στίχος του Γιάννη Βαρβέρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου