Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2013

Θοδωρής Καλλιφατίδης: Γράμματα στην κόρη μου


Θοδωρής Καλλιφατίδης Γράμματα στην κόρη μου, εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα 2013


[…]Και πεθυμούσα ένα μαχαίρι
Να κόψω τα ίχνη σου
Από το κορμί μου.[σελ.228]

Η μητέρα μου έλεγε ότι η πρώτη λέξη που είπα ήταν «νερό». Τουλάχιστον έτσι νόμιζε. [σελ. 11]

Η ποίηση είναι επικίνδυνη. Οι άνθρωποι της εξουσίας μπορεί να μην ενδιαφέρονται  για το περιεχόμενο, αλλά θεωρούν ότι αυτή καθεαυτή η ελευθερία του ποιητή να φτιάξει τον δικό του κόσμο είναι απαράδεκτη. [σελ.13]

Ζούσα όπως ζούσα για να γράψω όπως έγραψα ή έγραφα όπως έγραφα επειδή ζούσα όπως ζούσα; Δεν ξέρω. Κι ίσως να μην έχει καμιά σημασία. [σελ. 20]

Το να πηγαίνουν στο θέατρο οι ασθενείς ήταν μέρος της θεραπείας.[σελ.25]

[…] το ταξίδι του είχε τελειώσει στην Ιθάκη, εκεί που από τον Όμηρο κι ύστερα τελειώνουν όλα τα ταξίδια.[σελ. 30]

Η εξορία είναι βιασμός. Υπάρχει συγχώρεση για κάτι τέτοιο; [σελ.34]

Όλος ο κήπος ήταν μια μεταμόρφωση. [σελ.37]

Όσο η ζωή συνεχίζεται σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, τίποτα δεν έχει συμβεί. [σελ. 41]

Ακούω ξανά, αν και κάπως απόμακρα, τα τρεχούμενα νερά της πόλης μου κι ένας ή δύο στίχοι ρέουν στο μυαλό μου σαν από κρυφή πηγή. [σελ.45]

Μου αρέσει ο κόσμος που κρύβεται πίσω από τη γλώσσα τους. [σελ.47]

Ό,τι  ξεχνούν οι ντόπιοι το θυμούνται οι ξένοι. [σελ.53]

«Νωρίς θα έρθει ο θάνατος φέτος», έλεγα σαν να επρόκειτο για εποχή του έτους. [σελ.58]

Της άρεσαν τα ποιήματά μου. «Είναι σαν τρεχούμενο νερό», μου έλεγε χωρίς να ξέρει ότι ήταν το καλύτερο που μπορούσε να μου πει. Ήταν τα νερά του Σούλμο  που άκουγε. [σελ.74-75]

Το γράψιμο είναι σαν ένα χάδι. [σελ.81]

Τώρα είμαι θύμα της εξουσίας που υμνούσα. [σελ.89]

Ήρθαν και τα χελιδόνια. Λένε  ότι κτίζουν τις φωλιές τους σε ευτυχισμένα σπίτια. Θα δούμε. [σελ. 105]

Στο βαθμό που η ελευθερία γίνεται δώρο, στον ίδιο βαθμό μπορεί να παρθεί πίσω. [σελ. 111]

Το νόημα της κοινωνικής ζωής είναι να τον άλλον στην ησυχία του. [σελ.117]

« Άνηθος είναι αυτό που, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη,  δεν είναι μαϊντανός». [σελ.123]

Κάποτε πιστεύαμε ότι ακριβώς η τέχνη και η φιλοσοφία θα γινόταν οι λαϊκές διασκεδάσεις. Γι` αυτό κάναμε τη Ρώμη τόσο πλούσια και τόσο ισχυρή, ώστε να είμαστε όλοι ελεύθεροι με ελεύθερες σκέψεις. Δεν έγινε όπως ελπίζαμε. Όσο πιο πλούσιοι και ισχυροί γινόμασταν, τόσο πιο κενή έγινε η ψυχή μας και τόσο πιο φθηνά τα δημιουργήματά της. [σελ.127]

Ήμουν ένας Ρωμαίος ποιητής που μόλις έδωσε στον σκλάβο του την ελευθερία. Ζούσα σε εξορία από τη Ρώμη,  όχι όμως από την ανθρωπιά μου. [σελ.138]

Αλλά μας έλειπε η θέα. Δεν βλέπαμε την ελευθερία, απλώς ακούγαμε να μιλούν γι` αυτήν. [σελ.140]

Σίγουρα η μητέρα είχε άλλα όνειρα βαθιά στη ψυχή της. Νομίζω ότι τα κληρονόμησα, χωρίς να ξέρω ακριβώς τι όνειρα ήταν. Αν όμως ο καημός για κάτι άλλο κάπου αλλού κληρονομιέται, τον είχα κληρονομήσει. [σελ.146]

Κανείς δεν θα μου έλεγε «μπράβο» για όσα δεν έγραψα, αν και κατά τη γνώμη μου ήταν το ίδιο σημαντικά. Κάπως έτσι είναι και το καλοστρωμένο κρεβάτι. Κανείς δεν θα μάθαινε  την αγωνία και τα άσκημα όνειρα της νύχτας. [σελ.157-158]

Κανείς ποιητής δεν τραγούδησε την ομορφιά σου
Κανένας άντρας δεν ξεκουράστηκε στην αγκαλιά σου
Κανένα παιδί δεν σε είπε μητέρα
Ο θάνατος τους πρόδωσε
Καλό ταξίδι, κόρη μου
Η ζωή σού είχε δώσει μια υπόσχεση
που  δεν την κράτησε [σελ.179]

«[…] Ο έρωτάς της με έκανε ελεύθερο. Όταν μου χάρισες την ελευθερία, μου άνοιξες την πόρτα της φυλακής μου –δεν μπορώ να το αρνηθώ- αλλά μόνο το ζεστό κορμί της με έκανε να νιώσω πραγματικά ελεύθερος». [σελ.202]

Και το ψέμα είναι κι αυτό σαν μια εξορία από τον εαυτό μας. [σελ.237]

Η εξορία με έχει κάνει έναν άλλο άνθρωπο, κι αυτό ίσως να ήταν το νόημα από την αρχή. [σελ.247]

«Όποιος δεν έχει χρόνο να γράψει ποίηση, δεν είναι ποιητής», της είπα. Δε θύμωσε.
«Έτσι είναι», είπε θλιμμένη. [σελ.256]


Δεν υπάρχουν σχόλια: