Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

Τσέζαρε Παβέζε-Ο κύριος Πέτρος και άλλα διηγήματα


Τσέζαρε Παβέζε, «Ο κύριος Πέτρος και άλλα διηγήματα», μετάφραση Θανάσης Κουτλής, εκδόσεις Νεφέλη

… δεν κουραζόμουν, για παράδειγμα, ν’ ακούω από την μητέρα τη διήγηση της φυγής του από το κολέγιο, όταν ο πατέρας μου δεκαπεντάχρονος είχε κοιμηθεί για δυο νύχτες κάτω από ‘να γεφύρι, και γύρω χιόνιζε. Τώρα ξέρω ότι ερευνούσα μέσα στις μνήμες μου, τα ένστιχτά μου σ’ όλη μου την συνείδηση, για να ανακαλύψω ως τη ρίζα τις ταυτοσημίες της φύσης μου με τη δική του, μόνο και μόνο επειδή προαισθανόμουν σ’ αυτόν διαγραμμένο το πεπρωμένο μου. (σελ. 12 από το «Ο κύριος Πέτρος»)

Και το χωράφι και οι ξεροί μίσχοι, σιγά σιγά με νανουρίζουν και φτάνουν στην καρδιά μου. Ανάμεσά μας δεν χρειάζονται κουβέντες. Οι κουβέντες έγιναν εδώ και πολλά χρόνια. (σελ. 21 από το «Το χωράφι του καλαμποκιού»)

Το πιο περίεργο γεγονός-αν και συχνά το προκαλούσα στην τέχνη-ήταν το ν’ αντιλαμβάνομαι ότι μια χειρονομία, κάποιο χρώμα, μια φωνή, τα είχα ήδη γνωρίσει ή ακούσει ποιος ξέρει πότε, και γι’ αυτό ανάβλυζαν από την ίδια την συνείδησή μου μάλλον παρά από τα πράγματα γύρω μου. (σελ. 25 από το «Ο χρόνος»)

Ένα βράδυ η σελήνη ανέτειλε στο φρύδι του λόφου. Οι μακρινές λεύκες ήταν μαύρες, η σελήνη τεράστια, γεμάτη. Σταματήσαμε. Εγώ είπα: «Όλα τα χρόνια, αν και ποτέ δεν θυμάμαι καλά, τον Σεπτέμβρη η σελήνη είναι η ίδια. Εσύ το ήξερες ότι ήταν κίτρινη;» (σελ. 27 από το «Ο χρόνος»)

Στο χωριό μου όποιος ερωτεύεται περιπαίζεται` όποιος παντρεύεται επευφημείται, καθότι δεν αλλάζει σε τίποτα η ζωή του. (σελ. 32 από το «Η κοιλάδα»)

Φοβόμαστε τους εαυτούς μας και το σκοτάδι κι όποιος φοβάται το σκοτάδι δεν είναι επειδή πιστεύει σε περίεργες υπάρξεις. Απλώς είναι κάποιος που ξέρει ότι το αίμα του και η σκέψη του μπορούν να διεγερθούν στην επαφή με την νύχτα και να φανερωθούν πράγματα θαυμαστά όπως στο άλογο ο ιδρώτας. (σελ. 40 από το «Όνειρα στον κάμπο»)

«Δεν είναι αυτό» είπε ο Πάλε. «Πιστεύεις ότι την ενδιαφέρει την οχιά αν εσύ κάνεις το καλό παιδί; Η οχιά θέλει να σκοτώσει εκείνους που την κυνηγούν…» (σελ. 47 από το «Το όνομα»)

Δεν υπάρχουν σχόλια: